Σύμφωνα με πληροφορίες που παρουσιάζονται τα γεγονότα μετά τις εκλογές του 2019 για τις υποκλοπές, αναφέρονται τα εξής:
Το σκάνδαλο των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων ή σκάνδαλο των υποκλοπών
αφορά την παρακολούθηση Ελλήνων δημοσιογράφων και πολιτικών μέσω του
συστήματος της ΕΥΠ ή με τη χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού από το 2020
και μετά.
Μετά τις εκλογές του 2019 ο πρωθυπουργός Κυριάκος
Μητσοτάκης έθεσε την ΕΥΠ υπό την άμεση εποπτεία του και διόρισε νέο
διοικητή της τον Παναγιώτη Κοντολέοντα, ενώ το 2020 ξεκίνησαν να
δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα εταιρείες που εμπορεύονταν λογισμικό
κατασκοπίας έξυπνων τηλεφώνων. Στις αρχές του 2021, ο δημοσιογράφος
οικονομικού ρεπορτάζ Θανάσης Κουκάκης αντιλήφθηκε ότι παρακολουθούνταν
από την ΕΥΠ και ζήτησε ενημέρωση από τις αρμόδιες αρχές, αλλά η
κυβέρνηση άλλαξε το νόμο με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η πληροφόρησή
του, ενώ αποκαλύφθηκε η παρακολούθηση από την ΕΥΠ ενός ακόμη
δημοσιογράφου, του Σταύρου Μαλιχούδη. Την άνοιξη του 2022 αποκαλύφθηκε
αρχικά η χρήση του παράνομου λογισμικού Predator εις βάρος του Κουκάκη
και αργότερα εις βάρος του προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ευρωβουλευτή, Νίκου
Ανδρουλάκη, στο κινητό του οποίου, ωστόσο, δεν εγκαταστάθηκε το
λογισμικό. Τον Αύγουστο αποκαλύφθηκε ότι ο Ανδρουλάκης παρακολουθήθηκε
μέσω του συστήματος της ΕΥΠ, με αποτέλεσμα τις παραιτήσεις του διοικητή
της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέοντα, και του Γενικού Γραμματέα του
Πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη.
Κάνοντας μια ιστορική ανάδρομη για την
διαφθορά στο ελληνικό κράτος, θα διαπιστώσουμε ότι το φαινόμενο ξεκινά
από την σύσταση του μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα (άτυπη), από τα τέλη
του 19ου αιώνα έως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (εξατομικευμένη) και από
τα τέλη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου έως σήμερα (διαπλεκόμενη).
Η διαφθορά στην πολιτική και στην δημόσια
διοίκηση αποτελεί καρκίνωμα για την δημοκρατία. Παρόλο που η Ελλάδα
είναι μια δημοκρατική χώρα, παρουσιάζει την μεγαλύτερη διαφθορά στην
Ευρώπη, μάλιστα δε τα πολιτικά κόμματα θεωρούνται ως ο θεσμός με την
μεγαλύτερη διαφθορά και αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να
καταπολεμηθεί χωρίς εκ βάθρων αλλαγές στο πολιτικό σύστημα. Δεν είναι
δυνατόν να καταστεί υγιές εάν δεν μεταβληθεί και εξυγιανθεί το ίδιο το
πολιτικό σύστημα.
Οι υποκλοπές και η πολιτική διαφθορά εκτός από εύρος έχουν και μεγάλο βάθος.
Η σημερινή κυβέρνηση είχε σοβαρούς λόγους να
θέλει να θάψει βαθιά το σκάνδαλο των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων
το συντομότερο δυνατόν, διότι η επιδιωκόμενη με κάθε μέσο αδιαφάνεια,
μπορεί να κρύβει πολύ σοβαρότερες, συνθετότερες και επικίνδυνες για την
δημοκρατία και το δημόσιο συμφέρον σχέσεις διαφθοράς από τον
επικαλούμενο κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια.
Όπως όλα δείχνουν το σκάνδαλο των υποκλοπών
δεν έχει τελειώσει, αντιθέτως έχει πολύ δρόμο. Το ερώτημα για την
κυβέρνηση είναι ο ρόλος και τι ακριβώς γνώριζε ο πρωθυπουργός για όλα
όσα έχουν ήδη αποκαλυφθεί και για όσα έπονται. Έχει επανειλημμένα
δηλώσει πλήρη άγνοια. Μπορούμε να τον πιστέψουμε; Ο ίδιος διαβεβαίωνε
πως θα διαλευκανθεί πλήρως αυτή η ιστορία που υπονομεύει την δημοκρατία.
Οι εξελίξεις δείχνουν όμως το αντίθετο διότι
οι υποκλοπές, η διαφθορά και η λεηλασία είναι η ‘’σταθερότητα‘’ που
υπόσχεται η κυβέρνηση. Η χώρα δεν αντέχει να μπει σε σκοτεινά μονοπάτια
σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία. Ας βγουν όλα και όλων στο φως
προκειμένου να επέλθει κάθαρση και να αναληφθούν ευθύνες. Η κάθαρση ως
γνωστόν εξιλεώνει.
Και φτάσαμε σήμερα να βγαίνουν ονόματα
υπουργών και δημοσιογράφων που φέρονται να έπεσαν θύματα υποκλοπών με
την δικαιοσύνη σε αφωνία και την κυβέρνηση σε αδράνεια.
Η παρακολούθηση για πολιτικούς λόγους δεν
είναι καινούργια για την Ελλάδα, αλλά οι νέες τεχνολογίες λογισμικής
κατασκοπείας διευκολύνουν πολύ την παράνομη αυτή παρακολούθηση. Έτσι
διαβρώνεται η δημοκρατία και το κράτος δίκαιου και δίνεται άφθονος χώρος
στη διαφθορά, στη σήψη, την ανομία, αποδεικνύοντας ότι αποτελούν τα
δομικά χαρακτηριστικά του καθεστώτος και συνιστούν το «βαθύ κράτος» όπου
λειτουργούν και συνεργάζονται αρμονικά το κομματικό και οικονομικό
παρακράτος.
Οι ταραγμένες εποχές απαιτούν μια αξιόπιστη
και υπεύθυνη ηγεσία. Εκείνοι που μπορούν να αλλάξουν την πορεία της
ελληνικής κοινωνίας, αντιδρώντας στα φαινόμενα της διαφθοράς και σε τόσα
άλλα, είναι πρωτίστως οι πολίτες. Οι ίδιοι πολίτες είναι αυτοί που θα
αναλάβουν τις ευθύνες τους και θα αποφασίσουν να αντισταθούν, με τις
δίκες τους καθημερινές πράξεις και συμπεριφορές. Είναι οι πολίτες οι
οποίοι θα ψηφίζουν πολιτικούς που αισθάνονται ότι αξίζουν πραγματικά να
τους εκπροσωπούν με αρχές και αξίες, αντιστεκόμενοι στις προσταγές της
κομματοκρατίας, αποφεύγοντας την συμμετοχή τους στη διαφθορά, την αδικία
και την διαπλοκή.
Η ελληνική κοινωνία θα μπορέσει να βγει από το
σημερινό αδιέξοδο μόνο με την πρωτοβουλία και το ουσιαστικό ενδιαφέρον
των πολιτών.
Η πάταξη της διαφθοράς είναι θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας
0 Σχόλια